Βόσπορος

Βόσπορος
(τουρκ. Boazici). Το στενό που χωρίζει την Ευρώπη από την Ασία και συγχρόνως συνδέει τον Εύξεινο Πόντο με την Προποντίδα. Έχει μήκος περίπου 31 χλμ. και πλάτος από 550 (ελάχιστο) έως 3.200 (μέγιστο) μ. Η φυσική διαμόρφωση του Β. παρουσιάζει προεξοχές από τη μία όχθη, οι οποίες ανταποκρίνονται ακριβώς στις εσοχές της άλλης, ενώ με την επίδραση των ανέμων σχηματίζονται ισχυρά ρεύματα και προς τις δύο κατευθύνσεις του στενού. Στο σημείο του ελάχιστου πλάτους, που βρίσκεται περίπου 10 χλμ. Β της Κωνσταντινούπολης, υπάρχουν δύο φρούρια, το ένα απέναντι στο άλλο, τα οποία έχτισε ο Μωάμεθ Β’ το 1453 για την άμυνα του στενού. Για τη θέση του Β., από πλευράς διεθνούς δικαίου, έχει καθιερωθεί η ονομασία Στενά. Το 1973, το τουρκικό κράτος θεμελίωσε ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια έργα με τη γέφυρα του Β. που ενώνει οδικώς τις δύο πλευρές της Κωνσταντινούπολης, ενώ το 1988 εγκαινιάστηκε μια δεύτερη γέφυρα. Η ονομασία Β. προέρχεται ετυμολογικά από τις λέξεις βους και πόρος, γιατί κατά τη μυθολογία η Ιώ, μεταμορφωμένη σε δαμάλι, πέρασε κολυμπώντας το στενό (πόρον).
* * *
ο (AM Βόσπορος)
το πέρασμα της βοός, της αγελάδας, ο πορθμός που ενώνει τον Εύξεινο Πόντο με την Προποντίδα
αρχ.
1. ονομασία διαφόρων πορθμών («Θρακικός Βόσπορος», «Κιμμέριος Βόσπορος»)
2. ο Ελλήσποντος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. Βόσπορος προήλθε με υφαίρεση από το *Βοόσ-πορος, που ερμηνεύθηκε πιθ. παρετυμολογικά από τους αρχαίους ως «πέρασμα της βοός». Ίσως συνδέθηκε η ονομασία με τον μύθο της Ιούς, που πέρασε τον πορθμό μεταμορφωμένη σε βόδι. Τέλος, ο τ. Βόσπορος εμφανίζει όμοιο σχηματισμό με το τοπωνύμιο Βούπορθμος (ακρωτήριο της Β. Αργολίδας στην περιοχή της Ερμιονίδας)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Βόσπορος — Ox ford masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βόσπορος — Ox ford masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κιμμέριος Βόσπορος — Αρχαία ονομασία του πορθμού που συνέδεε τη Μαιώτιδα θάλασσα (όπως ονομαζόταν από τους αρχαίους Έλληνες η Αζοφική) με τον Εύξεινο Πόντο. Σήμερα καλείται πορθμός του Κερτς (βλ. λ. Κερτς, πορθμός). Εκεί υπήρχαν οι ελληνικές αποικίες Φαναγόρεια,… …   Dictionary of Greek

  • Ιωάσαφ, Θεραπειανός — (Βόσπορος 1783 – Λιβαδειά 1845).Αγωνιστής του 1821. Σπούδασε στη Σμύρνη, στη Δημητσάνα και στο Αιτωλικό. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Περιόδευσε στην Αττική, στη Βοιωτία και στα νησιά, για να διαδώσει τις αρχές της Εταιρείας και για να… …   Dictionary of Greek

  • Βοσπόρου — Βόσπορος Ox ford masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοσπόρου — βόσπορος Ox ford masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βοσπόρους — Βόσπορος Ox ford masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοσπόρους — βόσπορος Ox ford masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βοσπόρων — Βόσπορος Ox ford masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοσπόρων — βόσπορος Ox ford masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”